αποσχοινισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αποσχοινισμός οι αποσχοινισμοί
      γενική του αποσχοινισμού των αποσχοινισμών
    αιτιατική τον αποσχοινισμό τους αποσχοινισμούς
     κλητική αποσχοινισμέ αποσχοινισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποσχοινισμός < απο- + σχοινί + -ισμός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αποσχοινισμός ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]