αποτυχαίνω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αποτυχαίνω < αποτυγχάνω < αρχαία ελληνική ἀποτυγχάνω
Ρήμα
[επεξεργασία]αποτυχαίνω
- άλλη μορφή του αποτυγχάνω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αποτυχαίνω
|