απροετοίμαστα
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- απροετοίμαστα < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
[επεξεργασία]απροετοίμαστα
- χωρίς προετοιμασία.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] απροετοίμαστα