από καταβολής κόσμου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

από καταβολής κόσμου < από, γενική των ουσιαστικών καταβολή & κόσμος

Έκφραση[επεξεργασία]

από καταβολής κόσμου

  1. (κυριολεκτικά) από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος
  2. πάντα, ανέκαθεν από παμπάλαιες εποχές

Μεταφράσεις[επεξεργασία]