αρειμάνιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αρειμάνιος η αρειμάνια το αρειμάνιο
      γενική του αρειμάνιου της αρειμάνιας του αρειμάνιου
    αιτιατική τον αρειμάνιο την αρειμάνια το αρειμάνιο
     κλητική αρειμάνιε αρειμάνια αρειμάνιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αρειμάνιοι οι αρειμάνιες τα αρειμάνια
      γενική των αρειμάνιων των αρειμάνιων των αρειμάνιων
    αιτιατική τους αρειμάνιους τις αρειμάνιες τα αρειμάνια
     κλητική αρειμάνιοι αρειμάνιες αρειμάνια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρειμάνιος < (ελληνιστική κοινή) ἀρειμάνιος < Ἄρης + μανία

Επίθετο[επεξεργασία]

αρειμάνιος, -α ,-ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]