αριστοτέχνημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αριστοτέχνημα τα αριστοτεχνήματα
      γενική του αριστοτεχνήματος των αριστοτεχνημάτων
    αιτιατική το αριστοτέχνημα τα αριστοτεχνήματα
     κλητική αριστοτέχνημα αριστοτεχνήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αριστοτέχνημα < αριστοτέχνη(ς) + -μα[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ɾi.stoˈte.xni.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ρι‐στο‐τέ‐χνη‐μα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αριστοτέχνημα ουδέτερο

  • άριστο έργο τέχνης

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]