αρκουδάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αρκουδάκι τα αρκουδάκια
      γενική
    αιτιατική το αρκουδάκι τα αρκουδάκια
     κλητική αρκουδάκι αρκουδάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
δύο αρκουδάκια που παίζουν
μωρό με το αρκουδάκι του

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρκουδάκι < αρκούδ(α) + υποκοριστικό επίθημα -ουδάκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αρκουδάκι ουδέτερο

  1. το μικρό της αρκούδας, μικρή αρκούδα
  2. λούτρινο παιχνίδι

Μεταφράσεις[επεξεργασία]