αρραβωνιασμένων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
αρραβωνιασμένων
- αρσενικό του αρραβωνιασμένος, στην γενική του πληθυντικού
- θηλυκό του αρραβωνιασμένος, στη γενική του πληθυντικού
- ουδέτερο του αρραβωνιασμένος, στη γενική του πληθυντικού