αρρενόφωνος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αρρενόφωνος η αρρενόφωνη το αρρενόφωνο
      γενική του αρρενόφωνου της αρρενόφωνης του αρρενόφωνου
    αιτιατική τον αρρενόφωνο την αρρενόφωνη το αρρενόφωνο
     κλητική αρρενόφωνε αρρενόφωνη αρρενόφωνο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αρρενόφωνοι οι αρρενόφωνες τα αρρενόφωνα
      γενική των αρρενόφωνων των αρρενόφωνων των αρρενόφωνων
    αιτιατική τους αρρενόφωνους τις αρρενόφωνες τα αρρενόφωνα
     κλητική αρρενόφωνοι αρρενόφωνες αρρενόφωνα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρρενόφωνος < άρρενας + -ο- + φωνή + -ος

Επίθετο[επεξεργασία]

αρρενόφωνος, -η, -ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]