αρτιμελώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αρτιμελώς < αρχαία ελληνική ἀρτιμελῶς < ἀρτιμελής
Επίρρημα[επεξεργασία]
αρτιμελώς
- με αρτιμέλεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αρτιμελώς
|