αρτόδεντρο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αρτόδεντρο < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αρτόδεντρο ουδέτερο
- (φυτό) αειθαλές δέντρο (λατινικό όνομα Artocarpus altilis) με μεγάλα έλλοβα βαθιά σχισμένα φύλλα και επίσης μεγάλους κίτρινους ή πράσινους καρπούς που περιέχουν πολύ άμυλο
- οι καρποί του αρτόδεντρου αποτελούν βασικό στοιχείο της διατροφής σε μερικές περιοχές
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αρτόδεντρο