αρχιλοχίας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η αρχιλοχίας οι αρχιλοχίες
      γενική του/της αρχιλοχία των αρχιλοχιών
    αιτιατική τον/την αρχιλοχία τους/τις αρχιλοχίες
     κλητική αρχιλοχία αρχιλοχίες
Στη γενική ενικού για το θηλυκό, συχνά εκφέρεται τύπος σε -ας.
Για την αστάθεια τύπων της γενικής ενικού του θηλυκού,
δείτε τα σχόλια στο Παράρτημα: «ταμίας».
Κατηγορία όπως «ταμίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αρχιλοχίας < αρχι- + λοχίας.

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αρχιλοχίας αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]