ασκοτείνιαστα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ασκοτείνιαστα < α- στερητ. + σκοτεινιάζω

Επίρρημα[επεξεργασία]

ασκοτείνιαστα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]