αστεροειδής κινητήρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αστεροειδής κινητήρας < → δείτε τις λέξεις αστεροειδής και κινητήρας

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

αστεροειδής κινητήρας αρσενικό

  • (μηχανολογία): κινητήρας που φέρει σειρά κυλίνδρων σε αστεροειδή διάταξη πέριξ του στροφαλοφόρου άξονα.

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]