αστρακάς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Αστρακάς

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αστρακάς οι αστρακάδες
      γενική του αστρακά των αστρακάδων
    αιτιατική τον αστρακά τους αστρακάδες
     κλητική αστρακά αστρακάδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αστρακάς < αστρακ(άν) + -άς → και δείτε τη λέξη αστραχάν

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.stɾaˈkas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐στρα‐κάς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αστρακάς αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]