Μετάβαση στο περιεχόμενο

αστυκτηνίατρος

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αστυκτηνίατρος οι αστυκτηνίατροι
      γενική του αστυκτηνίατρου
& αστυκτηνιάτρου
των αστυκτηνίατρων
& αστυκτηνιάτρων
    αιτιατική τον αστυκτηνίατρο τους αστυκτηνίατρους
& αστυκτηνιάτρους
     κλητική αστυκτηνίατρε αστυκτηνίατροι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αστυκτηνίατρος < άστυ + κτηνίατρος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αστυκτηνίατρος αρσενικό ή θηλυκό

  • κτηνίατρος τής αστυκτηνιατρικής υπηρεσίας
    εργάζομαι ως αστυκτηνίατρος και χρειάζεται να διεξάγω πολλά πειράματα για την υγεία των κατοικίδιων ζώων

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]