ασυνεσία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ασυνεσία < αρχαία ελληνική ἀσυνεσία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.si.neˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐συ‐νε‐σί‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ασυνεσία θηλυκό
- η έλλειψη σύνεσης, η απερισκεψία
- ※ Η ανοησία είναι πάντα ανθεκτική, έλεγε ο Καμύ στην «Πανούκλα». Και προϋποθέτει όχι μόνο τόλμη, παρορμητική διάθεση, ασυνεσία, αλλά και μικρή σαφήνεια, μικρό βάθος του πλαισίου που την προεικονίζει και τη γεννά.
- Τασούλα Καραϊσκάκη, Κάτι σαν επιδημία…, Η Καθημερινή, 16 Δεκεμβρίου 2016
- ※ Η ανοησία είναι πάντα ανθεκτική, έλεγε ο Καμύ στην «Πανούκλα». Και προϋποθέτει όχι μόνο τόλμη, παρορμητική διάθεση, ασυνεσία, αλλά και μικρή σαφήνεια, μικρό βάθος του πλαισίου που την προεικονίζει και τη γεννά.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ασυνεσία
→ δείτε τη λέξη απερισκεψία |
Πηγές[επεξεργασία]
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
- ασυνεσία - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)