ατμομάγειρας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ατμομάγειρας < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική steam cooker. Μορφολογικά αναλύεται σε ατμο- + μάγειρας
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.tmoˈma.ʝi.ɾas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐τμο‐μά‐γει‐ρας
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ατμομάγειρας αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ατμομάγειρας
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'φύλακας' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ατμο- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κουζινικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)