ατσούμπαλη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ατσούμπαλη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ατσούμπαλος
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
- ατσούμπαλοιπχ Σαρα,Ελισαβετ greek survivor