ατταπουλγίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ατταπουλγίτης < αγγλική attapulgite < Attapulgus (πόλη των ΗΠΑ) < ινδιάνικη διάλεκτος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ατταπουλγίτης αρσενικό
- (ορυκτολογία) ένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό (Mg,Al)2Si4O10(OH)·4(H2O), με μεγάλη ικανότητα απορρόφησης νερού
- ※ Ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος, είναι ισχυρά εξωστρεφής, αφού οι εξαγωγές πρωτογενών και επεξεργασμένων υλικών αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του, ενώ παράλληλα εταιρίες του κλάδου κατέχουν ηγετικές θέσεις στην Ευρωπαϊκή αλλά και στην διεθνή αγορά σε προϊόντα όπως βωξίτης, αλουμίνα, αλουμίνιο, νικέλιο, καυστική μαγνησία, μπεντονίτης, περλίτης, ελαφρόπετρα και μάρμαρα. Την τελευταία δεκαετία, όπως επισημαίνει ο ΣΜΕ, υπάρχει στροφή στην αξιοποίηση βιομηχανικών ορυκτών σε καινοτόμες, εξειδικευμένες χρήσεις που έχουν περιβαλλοντικό προσανατολισμό και υψηλή προστιθέμενη αξία (π.χ. μπεντονίτης, περλίτης, ατταπουλγίτης, αμφιβολίτης, ολιβινίτης, ανθρακικό ασβέστιο, βιομηχανικοί άργιλοι ειδικών χρήσεων κ.λπ.).
- ΣΜΕ: Θετικά κινήθηκαν οι εξαγωγές μεταλλευτικών, 10-09-2013, @euro2day.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 25-04-2024.
- ※ Ο ατταπουλγίτης είναι ένα ένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό, με χημικό τύπο (Mg,Al)2Si4O10(OH)·4(H2O), που χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα μεγάλη ικανότητα προσρόφησης νερού. Πολλές φορές για τον ατταπουλγίτη, χρησιμοποιείται και ο όρος παλυγκορσκίτης. Ο ατταπουλγίτης είναι λευκού έως τεφρού χρώματος, και σχηματίζει σανιδοειδείς έως ινώδεις κρυστάλλους, με γεώδη έως στιφρή λάμψη.
- Aτταπουλγίτης , @orykta.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 25-04-2024.
- ※ Ο ατταπουλγίτης είναι ένα σπάνιο μαγνησιούχο, αργιλοπυριτικό ορυκτό με μεγάλη εσωτερική επιφάνεια και πορώδες. Στην χώρα μας, η εξόρυξη του γίνεται στα Γρεβενά από το εργοστάσιο της ελληνικής εταιρίας GEOHELLAS. Εκεί, παρασκευάζονται και τα διάφορα προϊόντα του ορυκτού τα οποία, λόγω της ιδιαίτερης δομής του, βρίσκουν εφαρμογές τόσο στην γεωργία όσο και στην κτηνοτροφία και εξάγονται σε πάνω από 60 κράτη.
- "Ατταπουλγίτης" Το ελληνικό ορυκτό που πολλαπλασιάζει το ριζικό σύστημα και την επάρκεια σε νερό, συνδυάζοντας μεγάλη οικονομία στην λίπανση για κάθε καλλιέργεια., @rizikidinamis.com, ημερομηνία ανάκτησης: 25-04-2024.
- ※ Ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος, είναι ισχυρά εξωστρεφής, αφού οι εξαγωγές πρωτογενών και επεξεργασμένων υλικών αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του, ενώ παράλληλα εταιρίες του κλάδου κατέχουν ηγετικές θέσεις στην Ευρωπαϊκή αλλά και στην διεθνή αγορά σε προϊόντα όπως βωξίτης, αλουμίνα, αλουμίνιο, νικέλιο, καυστική μαγνησία, μπεντονίτης, περλίτης, ελαφρόπετρα και μάρμαρα. Την τελευταία δεκαετία, όπως επισημαίνει ο ΣΜΕ, υπάρχει στροφή στην αξιοποίηση βιομηχανικών ορυκτών σε καινοτόμες, εξειδικευμένες χρήσεις που έχουν περιβαλλοντικό προσανατολισμό και υψηλή προστιθέμενη αξία (π.χ. μπεντονίτης, περλίτης, ατταπουλγίτης, αμφιβολίτης, ολιβινίτης, ανθρακικό ασβέστιο, βιομηχανικοί άργιλοι ειδικών χρήσεων κ.λπ.).
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ατταπουλγίτης
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ορυκτολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)