αυτοεξολοθρεύομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοεξολοθρεύομαι < αυτο- + εξολοθρεύομαι

Ρήμα[επεξεργασία]

αυτοεξολοθρεύομαι

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]