αφηγηματολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αφηγηματολογία θηλυκό
- (λογοτεχνία) λογοτεχνικός κλάδος με αντικείμενο τη δομή των αφηγημάτων, αλλά και την ίδια την αφήγηση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αφηγηματολογία