Μετάβαση στο περιεχόμενο

αφιππεύω

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ἀφιππεύω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αφιππεύω < αρχαία ελληνική ἀφιππεύω

αφιππεύω

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]