αφραγκία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αφραγκία < άφραγκ(ος) + -ία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αφραγκία θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Φράγκος
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη αψιλία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αφραγκία
|