αχλύ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aˈxli/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐χλύ
- ομόηχο: αχλή
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]αχλύ θηλυκό
Δείτε επίσης : ἀχλύ |
αχλύ θηλυκό