αὐτεπώνυμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αὐτεπώνυμος < αὐτός + ἐπώνυμος

Επίθετο[επεξεργασία]

αὐτεπώνυμος, ος,ον

  • που έχει το ίδιο όνομα με κάποιον άλλο