α στο διάλο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

α στο διάλο < → δείτε τις λέξεις α, άι, στον και διάλος στην αιτιαική < άει (άντε) στο διάβολο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈa sto‿ˈðʝa.lo/

Έκφραση[επεξεργασία]

α στο διάλο!

  1. (υβριστικό) να πας στο διάβολο
    άλλες μορφές: α στο διάολο, άι στο διάλο, άντε στο διάολο
  2. (εκφράζει έκπληξη) μη μου το λες!
    άλλες μορφές: α στο διάολο!

Μεταφράσεις[επεξεργασία]