βακίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βακίζω εκ του Βάκις (= μάντισσα της Βοιωτίας)

Ρήμα[επεξεργασία]

βακίζω

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • το ρήμα "βακίζω" είναι ελλιπές, απαντάται στον Αριστοφάνη (Ειρήνη 1072)