βαρυονική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βαρυονική < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βαρυονική θηλυκό
- η μελέτη των βαρυονίων σε συστήματα και ο σχηματισμός βαρυτικών πεδίων από αυτά
Επίθετο[επεξεργασία]
βλ. βαρυονικός
- που σχετίζεται με τα βαρυόνιο|βαρυόνιο και εμμέσως την βαρύτητα (βαρυονική στατιστική)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βαρυονική
|