βιβλιοσυλλέκτρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βιβλιοσυλλέκτρια < βιβλιοσυλλέκτης + -τρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
βιβλιοσυλλέκτρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη βιβλιοσυλλέκτης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βιβλιοσυλλέκτρια
|