βιοεκτυπωτής
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βιοεκτυπωτής < βιο- + εκτυπωτής, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική bioprinter
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vi.o.e.kti.poˈtis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βι‐ο‐ε‐κτυ‐πω‐τής
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βιοεκτυπωτής αρσενικό
- (νεολογισμός, τεχνολογία) (βιολογία) εκτυπωτής που εκτυπώνει βιοϋλικό ή κάποια βιολογική δομή
- ※ Σε κάθε στρώση–στιβάδα που εκτυπώνεται, ο εκτυπωτής εναποθέτει τα κατάλληλα βιοϋλικά και τύπους κυττάρων στις θέσεις που έχουν καθοριστεί κατά τη δημιουργία του ψηφιακού αρχείου. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση πολλαπλών κεφαλών στον βιοεκτυπωτή, καθεμία από τις οποίες είναι εφοδιασμένη με ένα βιοϋλικό ή έναν τύπο κυττάρου —κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα διαφορετικά μελάνια ενός συμβατικού εκτυπωτή. Καθώς ο εκτυπωτής εναποθέτει τα υλικά και τα κύτταρα διαδοχικών στρώσεων, αναδημιουργείται η επιθυμητή δομή του ιστού ή του οργάνου που εκτυπώνεται. (Εφημερίδα των Συντακτών, 11.08.2018)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βιοεκτυπωτής
Πηγές
[επεξεργασία]- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ποιητής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα βιο- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Τεχνολογία (νέα ελληνικά)
- Βιολογία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)