βλέπεται

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

βλέπω

Έκφραση[επεξεργασία]

  • για κάτι ανεκτό, για κάτι μετρίως αποδεκτό, καλούτσικος, -η, -ο, για κάτι που αξίζει να χαραμίσεις λίγο χρόνο μα ως εκεί
    τελικά είναι θεά η λεγάμενη ή απλώς βλέπεται;
    σου κατέβασα είκοσι ταινίες και συνέχεια λες βλέπεται• δεν μου αρκεί αυτό, είτε διάλεξε μόνη σου είτε να δούμε ντοκυμαντέρ