βλαχοχώρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Βλαχοχώρι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το βλαχοχώρι τα βλαχοχώρια
      γενική του βλαχοχωριού των βλαχοχωριών
    αιτιατική το βλαχοχώρι τα βλαχοχώρια
     κλητική βλαχοχώρι βλαχοχώρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βλαχοχώρι < (Βλάχος) βλαχο- + -χώρι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /vla.xoˈxo.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βλα‐χο‐χώ‐ρι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βλαχοχώρι ουδέτερο

  1. ένα χωριό Βλάχων
  2. (μειωτικό) χωριό απομονωμένο, που δεν έχει εξελιχθεί
    → δείτε και τη λέξη κατσικοχώρι
  3. για τα τοπωνύμια → δείτε Βλαχοχώρι

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις βλάχος και χωριό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]