βλυχός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | βλυχός | η | βλυχή | το | βλυχό |
γενική | του | βλυχού | της | βλυχής | του | βλυχού |
αιτιατική | τον | βλυχό | τη | βλυχή | το | βλυχό |
κλητική | βλυχέ | βλυχή | βλυχό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | βλυχοί | οι | βλυχές | τα | βλυχά |
γενική | των | βλυχών | των | βλυχών | των | βλυχών |
αιτιατική | τους | βλυχούς | τις | βλυχές | τα | βλυχά |
κλητική | βλυχοί | βλυχές | βλυχά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βλυχός < ελληνιστική κοινή *βλυχός[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vliˈxos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βλυ‐χός
Επίθετο
[επεξεργασία]βλυχός, -ή, -ό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βλυχός
→ δείτε τη λέξη γλυφός |
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
- ↑ ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .