βορειοανατολικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βορειοανατολικά < βορειοανατολικός

Επίρρημα[επεξεργασία]

βορειοανατολικά

  • προς τη βορειοανατολική κατεύθυνση, στη βορειοανατολική πλευρά
    η παρέα προχωρούσε βορειοανατολικά προς το μακρινό βουνό
    βορειοανατολικά της Αθήνας θα βρείτε την Πεντέλη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βορειοανατολικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

βορειοανατολικά