βουΐζω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βουΐζω < μεσαιωνική ελληνική βοΐζω < αρχαία ελληνική βοῶ
Ρήμα[επεξεργασία]
βουΐζω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βουΐζω
|
βουΐζω
|