βουλευτών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: βουλευτῶν

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

βουλευτών

  1. (αρσενικό) γενική πληθυντικού του βουλευτής
    εναλλακτικός τύπος: βουλευτάδων
  2. (θηλυκό) γενική πληθυντικού του βουλευτής
    → και δείτε τη λέξη βουλευτίνων