βούτυρον
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|---|
| βουτῡρο- | |||||
| ονομαστική | τὸ | βούτυρον | τὰ | βούτυρᾰ | |
| γενική | τοῦ | βουτύρου | τῶν | βουτύρων | |
| δοτική | τῷ | βουτύρῳ | τοῖς | βουτύροις | |
| αιτιατική | τὸ | βούτυρον | τὰ | βούτυρᾰ | |
| κλητική ὦ! | βούτυρον | βούτυρᾰ | |||
| δυϊκός | |||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βουτύρω | |||
| γεν-δοτ | τοῖν | βουτύροιν | |||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | |||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βούτυρον (βούτῡρον) ουδέτερο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- βούτυρον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- βούτυρον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Τρόφιμα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)