βραβεύομαι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βραβεύομαι < παθητική φωνή του ρήματος βραβεύω
Ρήμα
[επεξεργασία]βραβεύομαι
- βραβεύτηκε ο νικητής
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βραβεύομαι