βρεγμένος
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βρεγμέν
ος
η
βρεγμέν
η
το
βρεγμέν
ο
γενική
του
βρεγμέν
ου
της
βρεγμέν
ης
του
βρεγμέν
ου
αιτιατική
τον
βρεγμέν
ο
τη
βρεγμέν
η
το
βρεγμέν
ο
κλητική
βρεγμέν
ε
βρεγμέν
η
βρεγμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βρεγμέν
οι
οι
βρεγμέν
ες
τα
βρεγμέν
α
γενική
των
βρεγμέν
ων
των
βρεγμέν
ων
των
βρεγμέν
ων
αιτιατική
τους
βρεγμέν
ους
τις
βρεγμέν
ες
τα
βρεγμέν
α
κλητική
βρεγμέν
οι
βρεγμέν
ες
βρεγμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
βρεγμένος
<
βρέχω
Μετοχή
[
επεξεργασία
]
βρεγμένος, -η, -ο
αυτός που έχει βραχεί,
μουσκεμένος
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
βρεγμένος
αγγλικά
:
wet
(en)
γαλλικά
:
mouillé
(fr)
,
trempé
(fr)
Κατηγορίες
:
Μετοχές που κλίνονται όπως το 'αγαπημένος' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Μετοχές (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
English
Na Vosa Vakaviti
Magyar
Malagasy
Polski
Türkçe
Tiếng Việt
中文