βρετονικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βρετονικά, από το επίθετο βρετονικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /vɾe.to.niˈka/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βρετονικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
βρετονικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
βρετονικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βρετονικό