βρῶσις
Εμφάνιση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | βρῶσῐς | αἱ | βρώσεις |
γενική | τῆς | βρώσεως | τῶν | βρώσεων |
δοτική | τῇ | βρώσει | ταῖς | βρώσεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | βρῶσῐν | τὰς | βρώσεις |
κλητική ὦ! | βρῶσῐ | βρώσεις | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | βρώσει | ||
γεν-δοτ | τοῖν | βρωσέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βρῶσις < βιβρώσκω
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βρῶσις θηλυκό
- το τρώγειν, το φάγωμα, η κατανάλωση τροφής
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- η βρωτύς, της βρωτύος (η κατανάλωση τροφής)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πόλις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πόλις' προπερισπώμενα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπερισπώμενες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)