γέντα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γέντα < γέμω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γέντα ουδέτερο μόνο πληθ.