Μετάβαση στο περιεχόμενο

γα

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γα ουδέτερο άκλιτο

πα, βου, γα, δη, κε, ζω, νη

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

γα