γαργαρεών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γαργαρεών < γάργαρα (πλήθος) ή ίσως από τον ήχο της γαργάρας όπως και σήμερα
στοματάκι 8χρονου
1) γλώσσα
2) αμυγδαλές
3) γαργαρεών ή σταφυλή
4) ουρανίσκος


Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γαργαρεών -ῶνος αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

τα μεταγενέστερα γαργαρίζω και γάργαρος θεωρούνται με βεβαιότητα ηχοποίητα