γεῦμα
Εμφάνιση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γεῦμα < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική γεῦμα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γεῦμα ουδέτερο
- (γαστρονομία) το πρόγευμα
- (γαστρονομία) το μεσημεριανό φαγητό
- (συνεκδοχικά) το μεσημέρι
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία] ετυμολογικό πεδίο
γευμ-
γευμ-
- ἀπόγευμα & μορφές
- ἀπογευματινή
- γευματίζω, γεματίζω, γιοματίζω
- γευματινός
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Πηγές
[επεξεργασία]- γεῦμα - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γεῦμα < γεύ(ομαι),[1] μεσοπαθητική φωνή του ρήματος γεύω + -μα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γεῦμα ουδέτερο
- γεύση
- δοκιμή γεύσης
Συγγενικά
[επεξεργασία]- γεῦσις
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ «γεύμα» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
[επεξεργασία]- γεῦμα - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- γεῦμα - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Γαστρονομία (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Κεντρικά λήμματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)