για τώρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
για τώρα (el)
- μέχρι ν' αλλάξει κάτι, σε αυτό το στάδιο
- μέχρι νεωτέρας [1], μέχρι νεοτέρας (απλοποίηση)