γιορντάνι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | γιορντάνι | τα | γιορντάνια |
γενική | του | γιορντανιού | των | γιορντανιών |
αιτιατική | το | γιορντάνι | τα | γιορντάνια |
κλητική | γιορντάνι | γιορντάνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γιορντάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική gerdan < περσική گردن (gardan)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γιορντάνι ουδέτερο
- το περιδέραιο
- ήρθαν και κρεμάνε χοντρά γυαλιστερά γιορτάνια (Κ. Παλαμάς)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γιορντάνι
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)