γκουγκλάρω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γκουγκλάρω < αγγλική Google (ηλεκτρονική μηχανή αναζήτησης) + -άρω ή απόδοση του αγγλικού ρήματος google (αναζητώ στο google)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɡuˈɡla.ɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γκου‐γκλά‐ρω
Ρήμα[επεξεργασία]
γκουγκλάρω, αόρ.: γκουγκλάρισα/γκούγκλαρα, παθ.φωνή: γκουγκλάρομαι, π.αόρ.: γκουγκλαρίστηκα, μτχ.π.π.: γκουγκλαρισμένος
- (πληροφορική) αναζητώ πληροφορίες για κάτι στο διαδίκτυο χρησιμοποιώντας το Google ή άλλη μηχανή αναζήτησης
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- και googlάρω (μεικτή γραφή με δύο αλφάβητα)