γλυκομηλιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γλυκομηλιά οι γλυκομηλιές
      γενική της γλυκομηλιάς των γλυκομηλιών
    αιτιατική τη γλυκομηλιά τις γλυκομηλιές
     κλητική γλυκομηλιά γλυκομηλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γλυκομηλιά < γλυκο- + μηλιά

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γλυκομηλιά θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]